έλατο

έλατο
Ονομασία που χαρακτηρίζει αρκετά είδη κωνοφόρων των γενών άμπιες και πικέα (οικογένεια πευκίδες). Τα δύο αυτά γένη είναι διαδεδομένα στις εύκρατες και ψυχρές χώρες της Ευρώπης, της Ασίας και της Βόρειας Αμερικής, όπου σχηματίζουν εκτεταμένα δάση. Δύο είδη είναι πιο γνωστά, τα οποία προσφέρονται για υλοτόμηση λόγω του ξύλου που προέρχεται από τους ψηλούς κορμούς τους: η ελάτη η κτενοειδής και η πικέα η υψικάρηνη. Στην Ελλάδα πιο γνωστή και πιο διαδεδομένη είναι η ελάτη η κεφαλληνιακή, που είναι αποκλειστικά ελληνικό δέντρο. Η ελάτη η κτενοειδής (ερυθρελάτη), της οποίας το ύψος μπορεί να φτάσει τα 40-50 μ., έχει κόμη σκουροπράσινη, συμπαγή, πυραμιδοειδή, με διακλαδώσεις οριζόντιες και κατά σπονδύλους. Ο κορμός των πιο μακρόβιων (120-130 ετών) δέντρων στη βάση μπορεί να φτάσει σε διάμετρο 1-1,50 μ. Τα φύλλα, κοντά, σκληρά, βελονοειδή, λεία, διατεταγμένα σε δύο σειρές στα πλευρά των κλαδίσκων, είναι πράσινα γυαλιστερά στην πάνω επιφάνεια και στην κάτω έχουν δύο λευκάζουσες γραμμές από τις δύο πλευρές της κεντρικής νεύρωσης. Τα αρσενικά άνθη αποτελούν βραχείς ίουλους, ενώ οι θηλυκοί ίουλοι δίνουν κώνους τοποθετημένους κατακόρυφα στους βλαστούς. Η ελάτη η κτενοειδής σχηματίζει ενώσεις αμιγείς ή μαζί με άλλα δέντρα, ειδικότερα με την οξιά, η οποία προτιμά δροσερά εδάφη, πλούσια σε χούμο. Στην Ελλάδα ευδοκιμεί στη βόρεια Μακεδονία. Η ξυλεία της είναι μαλακή αλλά πολύ ανθεκτική και χρησιμοποιείται στην οικοδομική. Ο φλοιός της είναι πλούσιος σε δεψικές ουσίες. Η πικέα η υψικάρηνη είναι ένα έ. που χρησιμοποιείται συνήθως ως χριστουγεννιάτικο δέντρο. Διαφέρει από το προηγούμενο γιατί έχει ψηλότερο κορμό και ξύλο πιο βαρύ και συχνά με χρώμα περισσότερο κόκκινο-ωχρώδες. Τα φύλλα (βελόνες) είναι πιο κοντά και λιγότερο λεία από τα φύλλα του προηγούμενου και διάσπαρτα γύρω από τους κλαδίσκους. Οι κώνοι είναι μακρουλοί, κρεμαστοί, πιο άφθονοι από τους κώνους της ελάτης της κτενοειδούς, και η κόμη πυραμιδοειδής, σκουροπράσινη. Η πικέα η υψικάρηνη, συχνή ακόμα και στις Άλπεις, σχηματίζει επιβλητικά δάση στη Γερμανία και στη Ρωσία. Στην Ελλάδα αναπτύσσεται στις νοτιοδυτικές πλαγιές της Ροδόπης και σε υψόμετρο έως 2.500 μ. Το ξύλο της, γνωστό ως λευκή ξυλεία, είναι πολύ ανθεκτικό και χρησιμοποιείται στη ναυπηγική, στην οικοδομική, στην κατασκευή παιχνιδιών και έγχορδων μουσικών οργάνων, καθώς και για την παραγωγή εξαιρετικής κυτταρίνης. Η ελάτη η κεφαλληνιακή έχει κόμη πυραμιδοειδή ύψους έως 20 μ. Τα φύλλα (βελόνες), σε σπειροειδή διάταξη επάνω στα μακρόκλαδα, είναι αιχμηρά, σκουροπράσινα, με δύο υπόλευκες γραμμές στην κάτω επιφάνεια, παράλληλα προς την κεντρική νεύρωση. Οι νεαροί βλαστοί της είναι καστανοπράσινοι και λείοι. Ανθίζει κατά τους μήνες Μάιο-Ιούνιο. Οι αρσενικοί ίουλοι έχουν πορφυρό χρώμα, ενώ οι θηλυκοί κιτρινωπό και δίνουν κώνους κυλινδρικούς, όρθιους. Τα σπέρματα έχουν σχήμα ωοειδές, τριγωνικό, με πλατύ μεμβρανώδες πτερύγιο. Φτάνει σε ύψος έως 20 μ. και αναπτύσσεται σε όλα τα ελληνικά βουνά, σε υψόμετρο από 800 έως 1.500 μ. Είναι κομψότατο δέντρο που φυτεύεται ως καλλωπιστικό σε πάρκα και δεντροστοιχίες. Η ρητίνη του, γνωστή ως ελατόπισσα, χρησιμοποιείται από την πρακτική ιατρική ως φάρμακο. Το ξύλο του διατηρείται πάρα πολύ και το μεταχειρίζονται συχνά σε οικοδομικές και ναυπηγικές κατασκευές. Η ελάτη η νόθοςτου βασιλέως Βόριδος προέρχεται από διασταύρωση της ελάτης της κεφαλληνιακής και της ελάτης της κτενοειδούς, γι’ αυτό παρουσιάζει τα κυριότερα χαρακτηριστικά τους. Φυτρώνει στη Βόρεια Ελλάδα έως τη Θεσσαλία, δηλαδή στον χώρο όπου συναντάται η ελάτη η κεφαλληνιακή, καθώς ανέρχεται από τον νότο, με την ελάτη την κτενοειδή που κατεβαίνει από τον βορρά. Η ελάτη η κτενοειδής ή ερυθρελάτη, αναπτύσσεται στις ορεινές ζώνες της κεντρικής και νότιας Ευρώπης, σε υψόμετρο 700 έως 1800 μ. Στην Ελλάδα απαντάται στη βόρεια Μακεδονία. Οι κώνοι, καρποφορίες των κωνοφόρων, σχηματίζονται από λέπια που φέρουν γυμνά ωοκύτταρα· στη φωτογραφία, κώνος της πικέας της υψικαρήνου. Κομμένα έλατα προς πώληση στην Αθήνα· το έλατο είναι συνδεδεμένο με ένα δυτικό χριστουγεννιάτικο έθιμο, το οποίο εδώ και αρκετές δεκαετίες έχει καθιερωθεί και στη χώρα μας (φωτ. ΑΠΕ). Κλαδί ελάτου. Φαίνονται τα πράσινα, γυαλιστερά, βελονωτά φύλλα του.
* * *
το και έλατος, ο και ελάτι, το (AM ἐλάτη, η
Μ και ἔλατος, ο)
κωνοφόρο δέντρο
αρχ.
1. κούπα από έλατο
2. το περικάλυμμα τού καρπού τών φοινίκων στο δέσιμό τους.
[ΕΤΥΜΟΛ. Άγνωστης ετυμολ. Επειδή γενικότερα οι ονομασίες τών κωνοφόρων δένδρων διαφέρουν στις ΙΕ γλώσσες, η σύνδεση με αρμ. elew-in «κέδρος», ρωσ. jalov-ec και jelen-ec «άρκευθος» είναι αβέβαιη. Ο νεοελλ. τ. το έλατο(ν), πιθ. από τον πληθ. τα έλατα (πρβλ. πεύκο(ν), πεύκα), σχηματίστηκε είτε κατά τον γενικό χαρακτηρισμό «τα δένδρα» είτε αναλογικά προς τους αρχαίους πληθυντικούς τα σίτα, τα κέλευθα. Το αρσ. γένος στον τ. ο έλατος οφείλεται στη μεγεθυντική του σημασία (πρβλ. βρόντος-βροντή, πεύκος-πεύκη κ.ά.). Τέλος το ουδ. ελάτι < *ελάτ-ιον, υποκορ. τού ελάτη].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • έλατο — έλατο, το και έλατος, ο και ελάτι, το δέντρο του δάσους, κωνοφόρο, αειθαλές, ψηλό, που ευδοκιμεί σε ορεινές περιοχές (μεταξύ 500 και 1.500 μ.), με φύλλωμα σχήματος πυραμίδας …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ξύλο — Φυτικός ιστός, που σχηματίζει, στον βλαστό και στις ρίζες των φυτών, το ξυλώδες αγγειακό τμήμα των ηθμαγγειωδών δεσμίδων, ή σύστημα των αγωγών αγγείων· με το σύστημα αυτό μεταφέρεται και κυκλοφορεί ο ακατέργαστος χυμός, δηλαδή το νερό και οι… …   Dictionary of Greek

  • Βορειοαμερικανικές Κορδιλιέρες — Ο όρος κορδιλιέρα, που χρησιμοποιείται γενικά για να χαρακτηρίσει μακρές οροσειρές παράλληλες μεταξύ τους, χρησιμοποιείται στη Βόρεια Αμερική για ολόκληρη την ορεινή περιοχή που ορίζεται από τις οροσειρές της Αλάσκα, των Βραχωδών Ορέων και της… …   Dictionary of Greek

  • δένδρο — Ορεινός οικισμός (υψόμ. 650 μ., 94 κάτ.) του νομού Κορινθίας. Βρίσκεται στο βορειοδυτικό τμήμα του νομού, 58 χλμ. ΒΔ της Κορίνθου. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Ξυλοκάστρου. * * * και δέντρο, το (AM δένδρον Α και δένδρος, δένδρεον, δένδρειον)… …   Dictionary of Greek

  • κεδρελάτη — κεδρελάτη, ἡ (Α) το φυτό συριακή κέδρος, που μοιάζει με το έλατο. [ΕΤΥΜΟΛ. < κέδρος + ἐλάτη «έλατο»] …   Dictionary of Greek

  • ορεόφυτα — (orophytes). Φυτά προσαρμοσμένα σε ορεινό περιβάλλον. Τα διάφορα είδη των φυτών αυτών, είναι προσαρμοσμένα κυρίως σε συνθήκες ψύχους και ξηρασίας, οι οποίες παρατηρούνται όσο ανεβαίνουμε σε ύψος. Τα περισσότερα από τα φυτά αυτά έχουν μόνιμο… …   Dictionary of Greek

  • βελονόφυλλα — Φυτά με μακριά, πολύ λεπτά και σκληρά φύλλα, που μοιάζουν με βελόνα. Τα φύλλα έχουν μόνο ένα κεντρικό νεύρο (μονόνευρα), χωρίς διακλαδώσεις. Τα βελονοειδή φύλλα είναι γενικά μόνιμα και τα β. φυτά είναι αείφυλλα και διατηρούν την ίδια όψη όλες τις …   Dictionary of Greek

  • άινος — I Ονομασία αρχαίων πόλεων. 1. Αρχαία πόλη της Θράκης (την αναφέρει ο Όμηρος) στις εκβολές του Έβρου, στην τουρκική σήμερα όχθη του. Φαίνεται πως πριν ακόμα από τη μυκηναϊκή εποχή είχε αποικιστεί από Αιολείς της κυρίως Ελλάδας και των νησιών. Τα… …   Dictionary of Greek

  • έλατος — I Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Γιος του Αρκάδα από την κόρη του Aμύλκα, Λεάνειρα, ή από τη νύμφη Χρυσοπέλεια, αδελφός του Αγάνα και του Αφείδαντα, πατέρας του Στύμφαλου, του Αιγύπτου, του Περσέα, του Κυλλήνα και της Ισχύος, από τη Λαοδίκη. Ήταν …   Dictionary of Greek

  • έπιπλο — Κινητή ξύλινη ή μεταλλική κατασκευή ποικίλων χρήσεων. Η ιστορία των ε. είναι τόσο παλιά όσο σχεδόν ο κόσμος. Αν όμως το έ. εξεταστεί όχι μόνο από την πλευρά της χρησιμότητας αλλά και του διακοσμητικού χαρακτήρα του, η πραγματική ιστορική αρχή του …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”